πατρίκιος

πατρίκιος
πατρίκιος, , = Lat.
A patricius, Plb. 10.4.2, D.H.2.8, 10,48, etc.
2 = patricius calceus, Plu.2.470c (but

κάλτιος πα<τρι>κιᾶτος Edict.Diocl. 9.7

(pl.).
II later, as a title, POxy. 1206.1 (iv A. D.), Procop. Pers.1.8, Just.Nov.38 tit., etc. :—fem. [full] πατρικία, PKlein.Form. 1091 (vi A.D.), etc.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Πατρίκιος — patricius masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πατρίκιος — patricius masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πατρίκιος — Επίσκοπος Προύσας, άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ήταν πολύ μορφωμένος κληρικός και έζησε πιθανόν τον 3o αι. Μαρτύρησε με αποκεφαλισμό, μαζί με τους πρεσβύτερους Ακάκιο, Μένανδρο και Πολύαινο. Η μνήμη του τιμάται στις 19 Μαΐου. * * * ο, θηλ …   Dictionary of Greek

  • πατρίκιος — ο θηλ. πατρικία Ρωμαίος πολίτης ευγενούς καταγωγής (αντίθ. πληβείος) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Πατρικίοιο — Πατρίκιος patricius masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πατρικίοιο — πατρίκιος patricius masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πατρικίοις — Πατρίκιος patricius masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πατρικίοις — πατρίκιος patricius masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πατρικίου — Πατρίκιος patricius masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πατρικίου — πατρίκιος patricius masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πατρικίους — Πατρίκιος patricius masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”